Τοπικές Σκέψεις για Παραδοσιακές Αξίες
ή περί Παραδοσιακών Οικισμών Συμβουλευτικός
Βασίλης Γκανιάτσας
Καθηγητής της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ, Συντονιστής του Επιστημονικού Συμβουλίου της ΚΠ Άνθη της Πέτρας
Αγαπητοί φίλοι και αγαπητές φίλες, Δεν έχει, νομίζω, ιδιαίτερο νόημα να σας ευχαριστήσω για την πρόσκληση, μιας και είμαι μέλος αυτής της καλής παρέας, της κίνησης πολιτών Τα Άνθη της Πέτρας. Θα σας ευχαριστήσω όμως θερμά για την εξαιρετική τιμή που μου κάνετε, να μου δώσετε το βήμα στην πρώτη επέτειο του συλλόγου μας και, βέβαια, για την σημερινή σας παρουσία. Πως όμως θα μπορούσα άραγε να ανταποδώσω αυτήν την τιμή, δηλαδή για ποιο θέμα να σας μιλήσω, ιδιαίτερα αν συνυπολογίσω ότι σε οποιαδήποτε αποδοχή πρόσκλησης για ομιλία κρύβεται, για μένα, η ιδιοτέλεια να βρω αφορμή για να μιλήσω για κάτι καινούργιο και για μένα και να μοιραστώ τις σκέψεις μου με σας και να ωφεληθώ από τις αντιρρήσεις σας. Θα σας πως τι εννοώ με ένα παράδειγμα: Πριν μερικά χρόνια με κάλεσε ο Ομάδα Μαθηματικών Δυτικής Αττικής να τους μιλήσω για αισθητική. Αυτό μου ζήτησαν, ως καθηγητή της αρχιτεκτονικής. Αντιπρότεινα τότε, αντί της αισθητικής, να τους μιλήσω για τις Αρχιτεκτονικές και Φιλοσοφικές Διαστάσεις της Γεωμετρίας. Να μιλήσω, δηλαδή, για γεωμετρία σε καθηγητές γεωμετρίας της δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Οποίο θράσος, αλλά ταυτόχρονα καλό κίνητρο για μια διάλεξη που τελικά, ευτυχώς, ήταν πολύ επιτυχής. Λέω ευτυχώς, γιατί με τέτοιες παρακινδυνεύσεις, ποτέ δεν ξέρεις.
Έτσι λοιπόν και σήμερα, αντί να μιλήσω για κάποιο ειδικό θέμα της Αρχιτεκτονικής, εκ του ασφαλούς για μένα, θέλω να μιλήσω για θέματα που εμπίπτουν στις γενικές γνώσεις όλων μας και να μοιραστώ μαζί σας κάποιες νέες σκέψεις για όλο το πεδίο αναφοράς και ενδιαφερόντων του συλλόγου των Ανθέων, δηλαδή τις αξίες της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, τις αξίες των παραδοσιακών οικισμών. Θέλω να εκτεθώ εφ όλης της ύλης και εκ βαθέων για ένα ευρύ θέμα και να προκαλέσω τη συμμετοχή σας στη συζήτηση μετά. Θα μιλήσω εκ των έσω, λοιπόν, και θα προσπαθήσω να εμβαθύνω στον κύριο κοινό μας στόχο αλλά και στην αναδιατύπωση των επιμέρους στόχων, ώστε να φανούν οι συγκλίσεις και οι αποκλίσεις στις μεταξύ μας διαφορετικές θεωρήσεις, να αναδειχθεί τι άνθη μας έδωσε μέχρι τώρα η πέτρα και, κυρίως, τι μπορεί να μας δώσει από δω και πέρα τα μελλούμενα άνθη της. Άνθη της Πέτρας, λοιπόν μια υπέροχη εικόνα του Σεφέρη μα πάνω απ όλα μια πρόταση να δούμε την πέτρα ως ζωντανό και ζώντα οργανισμό, που ανθεί με νοήματα, ιδέες και κυρίως με νέες δημιουργίες. Αυτή η πρόταση, διατυπώνεται με ενάργεια στη δεύτερη στροφή του ποιήματος Σχέδια για ένα Καλοκαίρι : Άνθη της πέτρας φυσιογνωμίες που ήρθαν Όταν κανένας δε μιλούσε και μου μίλησαν Που μ άφησαν να τις αγγίζω ύστερα από τη σιωπή. Το πλησιέστερο σε μια ανθούσα πέτρα που μπορώ να φανταστώ είναι τα άνθη ενός κάκτου, όπου ήδη η έκπληξη είναι μεγάλη πως από ένα τόσο σκληρό, συμπαγές, σχεδόν άχρωμο και απωθητικό σχεδόν στέλεχος ανθεί ένα τρυφερό, ευαίσθητο και ευάλωτο γέννημα με ζωηρά χρώματα. Πόσο μάλλον μια πέτρα που την είχαμε για πεθαμένη ανόργανη και αβιοτική, όπως τη λένε οι βιολόγοι. Κι όμως, όλοι εμείς εδώ ενδιαφερόμαστε για τα άνθη, αυτά που υπάρχουν στο χώρο των παραδοσιακών οικισμών και τις αξίες που βρίσκουμε σ αυτά, τις παραδοσιακές αξίες, τις αξίες που είναι για μας ζώσες και άρα σημερινές. Να εξηγήσω αμέσως τον φαινομενικά απλό αλλά συμπυκνωμένο τίτλο που επέλεξα για τη σημερινή παρουσίαση: ΑΝΘΗ ΤΗΣ ΠΕΤΡΑΣ : Τοπικές Σκέψεις για Παραδοσιακές Αξίες Θα μιλήσω λοιπόν για αυτά τα άνθη της πέτρας προσπαθώντας να αρθρώσω τοπικές σκέψεις, με το ευρύτερο νοηματικό πεδίο που ορίζει η έννοια τόπος, όπως θα εξηγήσω στη συνέχεια, που αφορά όχι μόνο κυριολεκτικά σε αυτή του πολιτισμικού χώρου αλλά και μεταφορικά σε αυτή της περιοχή απ όπου μπορούμε να αντλήσουμε όλα τα επιχειρήματά μας για το θέμα, όπως την διατύπωσε ο Αριστοτέλης, όχι στα Τοπικά, αλλά στη Ρητορική και την ονόμασε κοινό τόπο. Με αυτή τη διευκρίνιση ίσως είναι πιο εύστοχο το πρώτο μέρος του τίτλου να είναι τοπικές επί σκέψεις, για να δηλώσει ίσως καλύτερα τις τοπικές σκέψεις ως μέθοδο προσέγγισης. Το δεύτερο μέρος του τίτλου μου είναι ο στόχος της μεθόδου, ο συνολικός μας στόχος που είναι οι παραδοσιακές αξίες, και θα εξηγήσω πόσο πυκνοί νοηματικά είναι και οι δύο όροι, τόσο ο όρος παραδοσιακές όσο και ο όρος αξίες.
Ο ΣΗΜΕΡΙΝΟΣ ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΑΞΙΩΝ / ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ και ΑΝΑΓΚΩΝ Παρόλο που τα κύρια θέματα του συλλόγου μας είναι η αρχιτεκτονική κληρονομιά, η παράδοση, η τέχνη των μαστόρων και γενικότερα αξίες της παράδοσης, αξίες του παρελθόντος δηλαδή, προτιμώ να αρχίσω από τις σημερινές μας αξίες και τα σημερινά προβλήματα και τις ανάγκες μας και μετά να δούμε τι σημαίνουν οι παραδοσιακές αξίες που ενσωματώνουν οι παραδοσιακοί οικισμοί στο σημερινό σκηνικό. Σε μια εποχή διαρκών οικονομικών κρίσεων δυστυχώς πρέπει να πάψουμε να ελπίζουμε στην επαναφορά μιας ισορροπίας και να αγωνιζόμαστε να αντισταθούμε σε καταστάσεις αναγκαστικής ανισορροπίας. Δεν ξέρω αν ποιώ την ανάγκη, φιλοτιμία αλλά ίσως αυτή η ισορροπία που προσβλέπουμε ως νοσταλγία από το παρελθόν όπου την προβάλλουμε, ήταν πάντα μια προβολή που έδινε νόημα στον αγώνα ενάντια στα προβλήματα χωρίς ίσως να έχει επιτευχθεί ποτέ. Δεν ξέρω δηλαδή αν στα Λαγκάδια, στα Ζαγοροχώρια ή στο Αργυρόκαστρο υπήρχε κάποια ιδανική εποχή πολιτισμικών αξιών που αυτές να εκφράζονταν στο χώρο της καθημερινής ζωής όπως, άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο, εμείς θεωρούμε σήμερα. Δεν ξέρω δηλαδή, αν το περιβάλλον των παραδοσιακών οικισμών ήταν περιβάλλον αξιών ιδανικής ζωής ή το χωρικό πλαίσιο της σκληρής επιβίωσης των κατοίκων. Η διαφορά είναι ότι τότε η προβολή της ιδανικής ουτοπίας γινότανε στο μέλλον και έδινε νόημα στην καθημερινή προσπάθεια, ενώ τώρα η προβολή φαίνεται να γίνεται κυρίως προς τα πίσω, την παράδοση για να δούμε που χάσαμε το νήμα του αισιόδοξου μέλλοντος. Και καλά κάνουμε, και αναγκαστικά και αναπόφευκτα καλά κάνουμε, γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι άλλο, αφού οποιαδήποτε προβολή στο μέλλον διαψεύδεται πριν καν συγκροτηθεί. Αυτή η διαρκής από γοήτευση του μέλλοντος είναι αυτή που μας στερεί τη σημερινή πληρότητα και ποιότητα ζωής. Σε οποιαδήποτε περίπτωση όμως, σε σχέση με τους παραδοσιακούς οικισμούς, είτε πρόκειται για νοσταλγία ιδανικής ζωής είτε για πρότυπα επιβίωσης οι παραδοσιακές αξίες μας είναι πολύτιμες. Η ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΟΡΙΖΟΝΤΑ Μίλησα για τον ορίζοντα των σημερινών αξιών/απαξιών και προβλημάτων. Αυτή η έννοια του ορίζοντα, που χρησιμοποίησα, αποτελεί μια χρήσιμη μεταφορά για τα ζητήματα που μας αφορούν και μας απασχολούν. Η έννοια του ορίζοντα μας δείχνει τη σχετικότητα των αντιλήψεών μας. Από κάθε σημείο που στεκόμαστε, κυριολεκτικά και μεταφορικά, δεν μπορούμε παρά να δούμε και να αντιληφθούμε μόνο οτιδήποτε φτάνει στον ορίζοντά μας και τίποτα παραπάνω. Αν θέλουμε να δούμε παραπάνω, πρέπει να μετακινηθούμε πάλι κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά αλλά και πάλι ένας νέος περι ορισμένος ορίζοντας θα προκύψει.
Σ’ αυτόν τον ορίζοντα, τον κάθε φορά ορισμένο/περι ορισμένο, φτάνουν όλες οι αξίες μας, όλα αυτά που αντιλαμβανόμαστε, αναγνωρίζουμε, κατανοούμε και δίνουν νόημα στη ζωή μας. Αυτά που βλέπουμε σε αυτόν τον ορίζοντα, που ορίζει κάθε φορά το παρόν μας, δεν ανήκουν με κάποιο παγιωμένο τρόπο αλλά έρχονται και παίρνουν θέση σε αυτόν. Αυτός ο ορίζοντας περιλαμβάνει ό,τι αξίες έχουμε και δηλώνει με την απουσία τους αυτές που δεν έχουμε και σε αυτόν τον ορίζοντα διεκδικούν θέση οι παραδοσιακές αξίες ισότιμα με άλλες αξίες σημερινές, αλλά και προβαλλόμενες, ή μάλλον προ εικονιζόμενες, από το μέλλον. Το σημαντικό σε αυτή την εικόνα του ορίζοντα είναι ότι όλες οι αξίες, ανεξάρτητα από το χρονικό βάθος του παρελθόντος απ όπου προέρχονται ή το χρονικό ύψος της ενατένισής μας προς το μέλλον απ όπου προ εικονίζονται, είναι ισότιμες και εξίσου σημαντικές για μας σήμερα. Συνεπώς, ως συνυπάρχουσες και συμμετέχουσες στον ίδιο ορίζοντα αξιών, δεν πρέπει να θεωρούμε τις παραδοσιακές αξίες ως διαφορετικές και με διαφορετικό τρόπο από τις σημερινές είτε υποδεέστερες για τους υπέρμαχους της εξέλιξης είτε υπέρτερες και σημαντικότερες για τους νοσταλγούς του παρελθόντος. Οι παραδοσιακές αξίες είναι σημερινές αξίες, αφού εμείς οι ίδιοι αναγνωρίζουμε ότι έχουν θέση στον ορίζοντα αξιών μας και αφού αυτές οι παραδοσιακές αξίες καταφέρνουν να φτάσουν στον σημερινό ορίζοντά μας και να διεκδικήσουν μια θέση σ αυτόν. ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ / ΠΑΡΑΔΟΣΗ, ΙΣΤΟΡΙΑ/ΕΝΕΡΓΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, ΙΣΤΟΡΙΑ/ΜΝΗΜΗ Σ αυτό το σημείο είναι κρίσιμο να κάνουμε μερικές διευκρινήσεις που νομίζω ότι είναι παραγωγικές για την πραγμάτευση του θέματος. Θα επιχειρήσω λοιπόν την διευκρίνιση της διαφοράς των εννοιών της κληρονομιάς σε σχέση με αυτήν της παράδοσης, της ιστορίας σε σχέση με αυτήν της ενεργής ιστορίας και τέλος της ιστορίας με αυτήν της μνήμης. Πρώτα πρέπει να σταθούμε στη μεγάλη, νομίζω, διαφορά Κληρονομιάς και Παράδοσης. Κληρονομιά είναι ότι περνάει στην κατοχή μας ακόμα και χωρίς τη θέλησή μας ή τη συναίνεσή μας. Υπάρχουν κληρονομιές που δεν μας αφορούν, που θέλουμε να αποποιηθούμε και υπάρχουν κληρονομικές αξίες που θέλουμε να διαγράψουμε, να ξεχάσουμε ή να αλλάξουμε. Οι νομικοί της παρέας μας θα μιλούσαν για σχολάζουσες, αποδεχόμενες και αποποιούμενες. Στο χώρο της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, τα τελευταία 2 χρόνια στην Πολωνία, την Τσεχία αλλά και στην πρώην ανατολική Γερμανία μιλάνε για Σταλινική κληρονομιά που θέλουν να την ξεχάσουν. Μιλάνε για θηριώδη κτήρια πολιτισμού που ήταν πανομοιότυπα δώρα του Στάλιν, που θέλουν να γκρεμίσουν. Τα αποκαλούν, δώρα που δεν θέλουν, ή αζήτητες προσφορές. Αντίθετα από την κληρονομιά που είναι μία μονομερής προς εμάς, η παράδοση είναι διμερής και αφορά τόσο εμάς όσο και αυτό που μας παραδίδεται και αποδεχόμαστε, αυτό που διεκδικεί σχέση με τη ζωή μας και το αποδεχόμαστε ότι όντως έχει, αυτό που μας δίνεται και το κρατάμε.
Και διεθνώς, ο όρος tradition, αυτό ακριβώς σημαίνει. Παράγωγο στα Λατινικά από το σύνθετο ρήμα trado (tra do = δίδω μέσα/πέρα από) στον ενεργό ενεστώτα, που σημαίνει παραδίδω στα χέρια κάποιου, αλλά και παραδίδομαι, εμπιστεύομαι. Πάλι οι νομικοί θα το εκφράζανε καλύτερα με τον νομικό όρο καταπίστευση, που σημαίνει εμπιστεύομαι ένα αγαθό σε άλλον, ώστε αυτός με τη σειρά του να το μεταβιβάσει σε τρίτο. Θεωρώ ότι είναι εξαιρετικά σημαντικός όρος και προτείνω να τον υιοθετήσουμε όσο αφορά την πλούτο της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Η ίδια έννοια της καταπίστευσης, έχει διατυπωθεί κα ποιητικά, αλλά με την ίδια νοηματική πληρότητα, ως την παραδοσιακή αρχιτεκτονική δεν την κληρονομούμε από τους πατεράδες μας αλλά τη δανειζόμαστε από τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας. Ένα άλλο σημείο που θέλω να τονίσω ως δηλωτικό της διαφοράς μεταξύ κληρονομιάς και παράδοσης είναι ότι η κληρονομιά μπορεί να αποτιμηθεί, μπορεί να διαχωριστεί και μπορεί να διαμοιραστεί στους κληρονόμους. Η παράδοση αντίθετα, είναι κατ εξοχήν ποιοτικός όρος που δεν μπορεί να αποτιμηθεί και να διαχωριστεί αλλά μοιράζεται κατ αναγκαιότητα σε όσους μετέχουν αυτής. Θα μου πείτε, ωραία και διαφωτιστική ίσως αυτή η εννοιολογική ανάλυση, αλλά προς τι ; Δηλαδή, σε ποια απτά και επιχειρησιακά αποτελέσματα ως προς την προστασία και διαχείριση της αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς, θα μπορούσε να μας βοηθήσει αυτή η ανάλυση για τους στόχους μας ; Μα, πρώτα απ όλα, μας βοηθά να πείσουμε τις νεότερες γενεές ότι τα παραδοσιακά κτίσματα και οι παραδοσιακοί οικισμοί αποτελούν παράδοση και όχι κληρονομιά, συνιστούν εφόδιο και όχι δέσμευση, εφαλτήριο και όχι βάρος και ότι η σχέση του καθενός από μάς με την παράδοση είναι προσωπική και αμεταβίβαστη. Αν το καταφέρουμε αυτό, δεν χρειάζεται πιστεύω τίποτε άλλο. Ανάλογες διευκρινήσεις, πιστεύω χρήσιμες και διαφωτιστικές, πρέπει να γίνουν ανάμεσα στις έννοιες της ιστορίας σε σχέση με αυτές της ενεργής ιστορίας και της μνήμης. Για την ιστορία, το θέμα δεν είναι αν τη δεχόμαστε και την αναγνωρίζουμε ή όχι, αφού εξ ορισμού έχει ήδη συντελεστεί και έτσι διεκδικεί αντικειμενικότητα, αλλά τι μείζον θέμα είναι? ποια ακριβώς ιστορία? Και δεν είμαι εγώ που αμφισβητώ την μία και μοναδική ιστορία, αλλά και οι Ιστορικοί, ως ειδικοί της γνωστικής αυτής πειθαρχίας, μιλάνε για διαφορετικές ιστορίες, για ιστορίες στον πληθυντικό αριθμό. Ήδη από τις αρχές του περασμένου αιώνα, Η σχολή των Annales, με κυρίαρχες φυσιογνωμίες αυτές των Fernand Braudel, Lucien Febvre και Marc Bloch, μιλάει για συγκλίσεις και αποκλίσεις χρονικών κύκλων που παράγουν τα ιστορικά γεγονότα, ενώ μιλάνε για ιστορίες πολλών ταχυτήτων με κυρίαρχή την αργή ιστορία (histoire lourde), δηλαδή αυτή που χαρακτηρίζεται από δομές που καταλύονται αργά, από τις σχέσεις της ζωής με το φυσικό και γεωγραφικό περιβάλλον.
Όπως λέει ο Braudel: Τα γεγονότα είναι κονιορτός: σχίζουν την ιστορία σαν σύντομες αναλαμπές προτού καλά υπάρξουν, έχουν γυρίσει πίσω στο σκοτάδι και συχνά στη λήθη. Καθένα τους, είναι αλήθεια, όσο σύντομο κι αν είναι, μαρτυρά, φωτίζει μια γωνία του τοπίου, καμιά φορά κάποια παχιά κομμάτια ιστορικής μάζας. Στις μέρες μας ο ιστορικός Hayden White μιλά ακόμα και για την έκλειψη της έννοιας του γεγονότος, έτσι ώστε να στρέψει το βλέμμα μας όχι σε σημαδιακές στιγμές αλλά στις διαδικασίες, αποτέλεσμα των οποίων ήταν και τα γεγονότα στα οποία συνήθως στεκόμαστε. Σε συνάρτηση με αυτές τις θεωρήσεις που φωτίζουν την ουσία της ιστορίας, θέλω να δώσω έμφαση σε δύο χρήσιμες αντιδιαστολές της ιστορίας σε σχέση αφενός με τη δρώσα ιστορία και αφετέρου με τη μνήμη. Για την σχέση ιστορίας/ δρώσας ιστορίας πρέπει να πάμε πίσω στην πρόταση του Ναπολιτάνου φιλόσοφου Giambattista Vico, του οποίου το έργο έμεινε στην αφάνεια εξ αιτίας των διαμετρικά αντίθετων απόψεών του από το σύγχρονό του Rene Descartes, που κυριάρχησε στην ιστορία του ευρωπαϊκού πνεύματος. Το σημαντικό στη δρώσα ιστορία του Vico, είναι η έμφαση όχι στην ιστορία καθαυτή, αλλά στην ιστορία όπως γίνεται αντιληπτή από τις επιδράσεις της και στην ιστορία ως υπέρτερη, πληρέστερη και πιο πραγματική από τους επιχειρούμενους εξορθολογισμούς της. Για τη δεύτερη σχέση ιστορίας και μνήμης, αρκεί να ξαναδούμε το έργο του Pierre Nora ανάμεσα στην ιστορία και τη μνήμη, όπου αντιδιαστέλλεται η αντικειμενικότητα της ιστορίας, ως κινητήριος στόχος και όχι ως επίτευγμα, με την υποκειμενικότητα της μνήμης. Το σημαντικό σε αυτή τη θεώρηση είναι η αξιοποίηση της μνήμης, της βιωμένης ιστορίας ως τουλάχιστον ισότιμης με την αποστασιοποιημένη Ιστορία ως επιστημονική αντικειμενική γνώση. ΖΩΣΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΖΩΣΕΣ ΥΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΫΛΕΣ ΑΞΙΕΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ Αυτές οι διευκρινήσεις, θεωρώ ότι είναι χρήσιμες γιατί μας φωτίζουν την ενεργή, δρώσα και ζώσα διάσταση του παρελθόντος, την ιστορία ως φέρουσα τα σημερινά άνθη του παρελθόντος. Αυτή η ζώσα ιστορία βρίσκει τη θέση της στους στόχους του συλλόγου μας σε δύο ακραίες αλλά συμπληρωματικές περιπτώσεις την υλική, παρούσα μαρτυρία της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής αλλά και την άυλη αλλά εξ ίσου παρούσα μαρτυρία της προφορικής παράδοσης, των ηθών, των εθίμων, των αναμνήσεων, των θρύλων. Με αυτούς τους όρους θεωρούμενη, η ζώσα ιστορία, ως σύνολο αξιών, γεφυρώνει πλήρως το παρελθόν με το σήμερα. Μιλάμε όμως συνέχεια για αξίες της παραδοσιακής και ιστορικής αρχιτεκτονικής,γενικώς και αδιακρίτως. Ας σταθούμε για λίγο να κάνουμε μια σύντομη επισκόπηση των αξιών που αποδίδουμε στα δημιουργήματα του παρελθόντος ανάλογα με το πλαίσιο θεώρησης.
Για τις αξίες της παράδοσης, που αποτελούν τα συστατικά στοιχεία των ποικίλων μορφών μνημείων και τόπων αρχαιολογικής, αρχιτεκτονικής, ιστορικής, παραδοσιακής και βιομηχανικής κληρονομιάς, έχουν κατά καιρούς προταθεί πολλά συστήματα θεώρησης με διαφορετικές κατηγοριοποιήσεις και κυρίως διαφορετικές ιεραρχήσεις αξιών. Σε όλες τις περιπτώσεις, οι αξίες της παράδοσης περιλαμβάνουν αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία, όσον αφορά σε κοινωνίες, κοινωνικές ομάδες αλλά την προσωπική σχέση με τα μνημεία ως φορείς του ενεργού παρελθόντος, της ζώσας ιστορία που εισηγήθηκα πιο πριν. Όλα τα συστήματα μνημειακών αξιών θεωρώ ότι μπορούν να διακριθούν σε δύο μεγάλες ομάδες, ανάλογα με την κοσμοθεωρία και την εμπειρία του προτείνοντος. Η πρώτη ομάδα θεωριών/θεωρήσεων εντοπίζει τις μνημειακές αξίες εμπειρικά, ως αποτέλεσμα ενασχόλησης με την προστασία μνημείων και η αναφορά τους είναι επικουρική και διαπιστωτική της εμπειρίας του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της θεώρησης είναι αυτή του αναστηλωτή Bernard Feilden. Ο Feilden κατ ουσία προτείνει ένα κατάλογο ευρετήριο αξιών που στοχεύει να είναι περιεκτικός αλλά όχι μεθοδολογικά πλήρης. Προτείνει την πιο κάτω διάκριση των αξιών της παράδοσης: 1) Αξίες Συναισθηματικές ( Θαυμασμός, Ταυτότητα, Συνέχεια, Σεβασμός Ευλάβεια, Συμβολισμός, Πνευματικότητα) 2) Αξίες Πολιτισμικές (Τεκμηριωτικές, Ιστορικές, Αρχαιολογικές, Ηλικιακές, Αισθητικές, Αρχιτεκτονικές, Τοπίου, Τεχνολογικές, Επιστημονικές) 3) Αξίες Χρήσης ( Λειτουργικές, Οικονομικές, Κοινωνικές, Εκπαιδευτικές, Πολιτικές) Είναι προφανές νομίζω ότι οι αξίες του συστήματος Feilden, παρατίθενται χωρίς να συσχετίζονται ή να ιεραρχούνται μεταξύ τους και αποτελούν ένα ανοιχτό κατάλογο στον οποίο μπορούν να προστεθούν κατά βούληση κι άλλες αξίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ίδιος ο συγγραφέας στις τρείς εκδόσεις του βιβλίου του Conservation of Historic Buildings επιχειρεί διαφορετική κατηγοριοποίηση χωρίς να εξηγεί την ανάγκη ή το νόημα της αναθεώρησής του. Με αυτήν την έννοια, ο προτεινόμενος κατάλογος είναι διαφωτιστικός και ενημερωτικός αλλά δεν προσφέρεται για κριτική θεώρηση και συγκριτικής αξιολόγηση των αξιών με αποτέλεσμα να μην βοηθά στην ιεράρχησή τους για κάθε μνημείο που είναι το ζητούμενο τόσο για την ερμηνεία του αλλά κυρίως για την επιτυχημένη διαχείρισή του. Σύμφωνα με τον Feilden, το σύστημα αξιών του παρελθόντος είναι στραμμένο στο παρελθόν, με τη ματιά του ιστορικού φυσιοδίφη, αγνοώντας την αναπόφευκτη σημερινή εκπόρευση και κατασκευή του παρελθόντος, αγνοώντας τη αναπόφευκτη σημερινή οπτική που διατρέχει ακόμα και την τεκμηρίωση του υλικού της ιστορίας, πόσω μάλλον την ερμηνεία του και τη σημασιοδότησή του με σημερινούς όρους.
Η δεύτερη ομάδα θεωριών/θεωρήσεων υιοθετεί την οργάνωση των παραδοσιακών και μνημειακών αξιών με ένα συστηματικό τρόπο, ώστε να αποτελεί μεθοδολογικό εργαλείο για κάθε μνημείο. Συνήθως εκκινούν από διεπιστημονικές θεωρήσεις και έχουν φιλοσοφικές καταβολές από την γνωσιολογία, την αισθητική και την ηθική και ιδιαίτερα την φιλοσοφία της ιστορίας και των τεχνών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της προσέγγισης είναι αυτή του Αlois Riegl. Ο Riegl αρθρώνει ένα πλήρες και συστηματικό πρότυπο μνημειακών αξιών μεγάλης μεθοδολογικής αξίας που, παρότι διατυπώθηκε στις αρχές του 20 ου αιώνα και δημοσιεύτηκε το 1925 για πρώτη φορά, είναι επίκαιρο και το πληρέστερο ίσως που έχει διατυπωθεί μέχρι σήμερα. Βασικοί πυλώνες του μεθοδολογικού εγχειρήματος του Riegl αποτελεί η αναγνώριση της σχετικότητας των μνημειακών αξιών αφού η απόστασή μας από τα μνημεία δεν μπορεί να γεφυρωθεί με επιστημονικό, αντικειμενικό τρόπο. Οι αξίες των μνημείων αναγκαστικά φιλτράρονται από το πώς τις ερμηνεύουμε εμείς σήμερα. Έτσι λοιπόν, προτείνει την κατηγοριοποίηση των μνημειακών αξιών σε δύο ομάδες, τις αναμνηστικές και τις ενεστώσες. Οι αναμνηστικές αξίες περιλαμβάνουν : 1) Την Αξία Παλαιότητας, την ηλικία, τα χρόνια που έχουν περάσει πάνω από ένα κτίσμα, που είναι εξελικτική. 2) Την Ιστορική Αξία, που επισυμβαίνει σε ένα κτίσμα, λόγω σύνδεσής του με μία εποχή ή ένα ιστορικό γεγονός 3) Την Ηθελημένα Αναμνηστική αξία, όπως μία επιγραφή επιτύμβιας στήλης, που στοχεύει εξ αρχής στην αιωνιότητα. Οι ενεστώσες αξίες περιλαμβάνουν: 1) Την Αξία Χρήσης, της σημερινής χρήσης. 2) Την Καλλιτεχνική Αξία, εξίσου σημερινή αξία, που με τη σειρά της διαιρείται στην Αξία του Νέου, που μόλις δημιουργήθηκε και είναι ακέραιο, και τη Σχετική Καλλιτεχνική Αξία. Αυτό που είναι ιδιαίτερα σημαντικό στο σύστημα του Riegl, και με κάνει να το προτιμώ σαφώς από εκείνο του Feilden, είναι ο συσχετισμός και η διαλεκτική αλληλεπίδραση των αξιών που επιτυγχάνει, τόσο στο εσωτερικό της κάθε ομάδας όσο και κυρίως μεταξύ των ομάδων επιτρέποντας την τελική αξιολόγηση. Πιο συγκεκριμένα, οι αξίες αντιπαρατίθενται ανά δύο και, βέβαια είναι θέμα της δικής μας ιεράρχησης, η επίλυση αυτών των αντιπαραθέσεων.
Η αξία παλαιότητας, η πατίνα του χρόνου, αντιπαρατίθεται στην αξία του νέου και αρτιμελούς, η αξία χρήσης αντιπαρατίθεται στην ιστορική αξία και τέλος η σχετική καλλιτεχνική αξία που σχετίζεται με την δική μας αισθητική αντιπαρατίθεται στην ηθελημένα αναμνηστική αξία. Ο Riegl, αν και κατά 70 χρόνια προγενέστερος του Feilden, επιχειρεί μια διαλεκτική συσχέτιση των αξιών που αναγνωρίζουμε ότι ανήκουν σε όλα τα μνημεία του παρελθόντος, επίσημα και ανεπίσημα/μνημειακά και καθημερινά, με τις σημερινές αξίες. Το σύστημα αξιών που προτείνει συσχετίζει διαλεκτικά τις αξίες του παρελθόντος με το σήμερα αποδεικνύοντας με τον καλύτερο τρόπο ότι οι αξίες του παρελθόντος είναι σημερινές αξίες και έτσι συνδιαλέγονται, συνομιλούν και αλληλεπιδρούν με τις σημερινές αξίες. Με τη σειρά τους οι σημερινές αξίες δεν είναι ανεξάρτητες, είτε το αναγνωρίζουν είτε όχι, από τις ισχύουσες αξίες του παρελθόντος, υλικές και άυλες, χτισμένες και άχτιστες, στην επίσημη ιστορία ή στις μνήμες των ανθρώπων. ΟΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΩΣ ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΑΞΙΩΝ Σε αυτή τη συζήτηση για τις αξίες των μνημείων του παρελθόντος και τη μνημειακή διάσταση της αρχιτεκτονικής, οι παραδοσιακοί οικισμοί, ως φορείς των παραδοσιακών αξιών, έρχονται να προστεθούν στα ιστορικά μνημεία μόλις στα μέσα της δεκαετίας του 1960, τόσο διεθνώς όσο και στον ελληνικό χώρο. Όσο και αν μας φαίνεται παράξενο σήμερα, οι ίδιοι παραδοσιακοί οικισμοί που σήμερα τιμούμε και προστατεύουμε, δεν ήταν αντικείμενο προστασίας γιατί απλά δεν ήταν αντικείμενο εκτίμησης των αξιών τους ούτε από τους κατοίκους, ούτε από την πολιτεία, ούτε καν από τους επισκέπτες. Αυτό εννοώ ζώσα ιστορία και ορίζοντα αξιών, ως σχετικές έννοιες πολιτισμικά καθοριζόμενες κάθε φορά σε κάθε εποχή για αυτήν την εποχή. Οι παραδοσιακοί οικισμοί ήταν εκεί μπροστά μας και δεν τους βλέπαμε ως αξιόλογους, δεν του βλέπαμε ως φορείς διαχρονικών αξιών. Η Γεωργιανού στυλ νέα πόλη του Εδιμβούργου στη Σκωτία χαρακτηρίστηκε διατηρητέα πολλά χρόνια πριν από το χαρακτηρισμό του Μεσαιωνικού ιστού, παρόλο που ο μεσαιωνικός ήταν η καρδιά της πόλης, παρόλο που είχε μείνει αναλλοίωτος, παρόλο που αποτελούσε και αποτελεί ένα από τα καλύτερα διεθνώς δείγματα μεσαιωνικών οικισμών. Η αναγνώριση των παραδοσιακών οικισμών ως αποθεμάτων αρχιτεκτονικών, ιστορικών και πολιτισμικών αξιών ήρθε στο προσκήνιο όταν αμφισβητήθηκε ο διεθνισμός του Μοντέρνου Κινήματος, της σαρωτικής αλλαγής των αξιών του δομημένου χώρου που διατυπώθηκε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα που με τη σειρά του αναδείχτηκε ως ριζική αμφισβήτηση και ως αντίδραση σε στείρους εκλεκτικισμούς, που είχαν οδηγήσει σε αδιέξοδο και κυρίως δεν ανταποκρίνονταν στα νέα δεδομένα των εξελίξεων της τεχνολογίας, των νέων υλικών και των νέων κοινωνικών συνθηκών στις πόλεις.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1960, μαζί με άλλα μανιφέστα απόρριψης των αρχών του Μοντέρνου Κινήματος, όπως αυτά των Aldo Rossi και Robert Venturi, εμφανίζεται στο προσκήνιο ξαφνικά μια πολύ σημαντική έκθεση του αμερικανού αρχιτέκτονα Bernard Rudofski με θέμα Αρχιτεκτονική χωρίς Αρχιτέκτονες. Ο κατάλογος της έκθεσης αυτής, που περιλάμβανε παραδείγματα παραδοσιακών οικισμών απ όλο τον κόσμο, και ανάμεσα στα λίγα παραδείγματα και παραδείγματα από την Ελλάδα όπως τα Φηρά στη Σαντορίνη, τα Μετέωρα και τη Βάθεια στη Μάνη, επιχειρηματολογούσε για τις χωρικές και πολιτισμικές αξίες της παράδοσης στη βάση των οποίων θα μπορούσαμε να ξαναβρούμε το χαμένο νόημα της αρχιτεκτονικής, των δημόσιων κτηρίων και χώρων, του χώρου ζωής μας γενικότερα. Στα καθ ημάς εκείνη την εποχή, ο Κωνσταντίνος Μιχαηλίδης μελετά την, τον πρώτο παραδοσιακό οικισμό που προστατεύτηκε στην Ελλάδα, από το 1962, και εισάγει τη μελέτη των παραδοσιακών οικισμών σε αρχιτεκτονικές σχολές των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, όπου κυριαρχούσε αποκλειστικά ο αστικός σχεδιασμός. Σήμερα οι παραδοσιακοί οικισμοί αναγνωρίζονται ως σύνολα που φέρουν χωρικές και πολιτισμικές αξίες, που δεν χαρακτηρίζουν απλά κάποια εποχή του παρελθόντος αλλά μας αφορούν ως ζώσες αξίες σήμερα. Στο ICOMOS ( Διεθνής μη κυβερνητικός οργανισμός για την Προστασία Μνημείων και Τοποθεσιών ) υπάρχει ειδική διεθνή επιστημονική επιτροπή Παραδοσιακής Αρχιτεκτονικής και βέβαια οι παραδοσιακοί οικισμοί προστατεύονται από το διεθνές και εθνικό θεσμικό πλαίσιο. ΟΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΩΣ ΠΡΟΤΥΠΑ ΒΙΩΣΙΜΟΥ ΚΑΙ ΥΓΙΟΥΣ ΧΩΡΟΥ ΖΩΉΣ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΕΣ / ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΕΣ/ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ ΣΗΜΕΡΙΝΕΣ ( ως σημερινή αναγκαιότητα στη σημερινή επικαιρότητα) Η προστασία των παραδοσιακών οικισμών ακόμα και σήμερα αφορά κυρίως στη μορφή τους και τη θεώρησή τους ως μνημείων του παρελθόντος. Ακόμα και όταν αναγνωρίζεται η σημασία των αξιών που φέρουν για το σημερινό πλαίσιο ζωής, παραμένουν μια υποχρέωση προς το παρελθόν και μια πολυτέλεια που εμπλουτίζει παραθετικά, δίπλα σε πολλά άλλα, το σήμερα. Είτε ως αναγνώριση, ερμηνεία και εκτίμηση των αξιών της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής είτε ως ερμηνεία μέσω της συνέχισης των αξιών αυτών μέσα από την επανακατοίκηση των παραδοσιακών οικισμών, είναι σημαντικό να φέρουμε αυτές τις αξίες στο σήμερα. Στη σημερινή συγκυρία όμως των επιτακτικών αναγκών για προστασία της φύσης, για βιωσιμότητα των φυσικών πόρων, για ενεργειακής συνείδησης, κοινωνικής συνοχής και πολιτισμικής έκφρασης, τα παραδοσιακά σύνολα δεν έχουν απλά επικουρικό και συμπληρωματικό ρόλο, αλλά αποτελούν τα κυρίαρχα άριστα πρότυπα οργάνωσης του ανθρώπινου χώρου ζωής και της ισορροπημένης σχέσης της ανθρώπινης κατοίκησης με το φυσικό περιβάλλον. Οι παραδοσιακοί οικισμοί πλέον θεωρούνται συνολικά πρότυπα οικιστικής και αρχιτεκτονικής οργάνωσης του χώρου γιατί είχαν καταφέρει μέσα από τη μορφή του να ανταποκρίνονται πλήρως σε επιτακτικές ανάγκες, περιορισμούς και αξίες συγκατοίκησης στο χώρο σε άλλες εποχές. Παράλληλα με τη μετατόπιση της σημασίας των παραδοσιακών αξιών από τους ειδικούς και επαϊοντες σε όλο το φάσμα χρηστών, παρατηρείται και μια μετατόπιση της θεώρησης των παραδοσιακών οικισμών καθαυτών, ως ενσώματων παραδοσιακών αξιών, από την κατηγορία των μνημείων της κρατικής προστασίας, της τουριστικής χρήσης και της εξαίρεσης από τους χώρους ζωής, στο πεδίο της ποιοτικής καθημερινότητας και της συμμετοχής των κατοίκων ως μετόχων και διαχειριστών στην καθημερινή του ς λειτουργία. Έτσι πρέπει να βλέπουμε τους παραδοσιακού οικισμούς, ως ζωντανά πρότυπα ζωής που συνεχίζουν να επιβιώνουν προσαρμοζόμενα στις νέες συνθήκες της ζωής μας και όχι ως σκηνογραφημένα τουριστικά τοπία για κατανάλωση και ως άλλοθι για την χαμένη ποιότητα ζωής στο χώρο. Σε αυτήν την εξέλιξη της θεώρησης των παραδοσιακών οικισμών και σε αυτό το νέο πλαίσιο των παραδοσιακών αξιών, ως πρωταρχικών συνθηκών ποιοτικής διαβίωσης, τελευταία εντάσσεται μια ακόμα πιο επιτακτική ανάγκη πέρα από τις ανάγκες βιώσιμης ή αξιοβίωτης ανάπτυξης, η υπέρτατη ίσως ανάγκη για Υγιές Περιβάλλον, όχι μόνο μεταφορικά αλλά και Κυριολεκτικά. Τελείως ενδεικτικά θέλω να σας αναφέρω ότι μεταξύ πολλών άλλων, σε ένα διεθνές συνέδριο που έγινε πριν ένα μήνα στη Μασαχουσέτη των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, το θέμα ήταν Πολιτιστική Κληρονομιά και Υγιείς Κοινωνίες με κεντρική ομιλήτρια την Mindy Fullilove, Καθηγήτρια Κλινικής Ψυχιατρικής και Κλινικών Κοινωνικο Ιατρικών Επιστημών στο πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης. Φαίνεται ότι βιώνουμε τη μετάλλαξη των αξιών της παράδοσης από ιδεώδη αντλούμενα ή κατασκευασμένα από το παρελθόν και προβαλλόμενα στο σήμερα ως εμπλουτισμός αυτού, σε αξίες που συμβολίζουν τη βιωσιμότητα και όψιμα σε αξίες που είναι απαραίτητες για ανεκτή ζωή. Διαγραμματικά αυτή η μετάλλαξη μπορεί να αποδοθεί με την βαθμιαία μεταβολή των αξιών από ιδεατά πρότυπα του παρελθόντος (ideal prototypes), σε υποδείγματα βιωσιμότητας (paradigms of sustainability), σε παραδείγματα ανοχής της διαφορετικότητας και αντοχής στις πολιτισμικές αλλαγές (examples of tolerance and resilience) και όψιμα σε υγιείς χώρους ζωής (healthy living environments). Aπό μια πρόχειρη επισκόπηση αυτής της διαδρομής μεταλλάξεων, φαίνεται ότι, ως κοινωνίες, ρίξαμε αρκετό νερό στο κρασί μας όσο αφορά τη σημασία των παραδοσιακών αξιών, ιδιαίτερα αν κρίνει κανείς πως τις θεωρούσαμε και πως τις θεωρούμε. Στην πραγματικότητα όμως οι παραδοσιακές αξίες όχι απλά δεν απομειώθηκαν, ως αξίες, αλλά ενίσχυσαν το ρόλο τους αφού καταφέρνουν για διαφορετικούς κάθε φορά λόγους και κάτω από διαφορετικές κάθε φορά κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες να παραμένουν σημαντικές, επιβεβαιώνονται ότι αποτελούν κάτι παραπάνω από αυτό που ο κάθε φορά πολιτισμικός ορίζοντας αξιών επιτρέπει να εκτιμήσουμε.
Οι αξίες της παράδοσης, από υψηλές πνευματικές αξίες μια ιδεώδους ζωής σε μια ιδανική ουτοπία έχουν συρρικνωθεί στο ρόλο τους ως απολύτως απαραίτητες και αναγκαίες αξίες μιας ανεκτής επιβίωσης γιατί χωρίς αυτές, θα μπορούσε η ζωή μας να είναι και χειρότερη. Μετά από 3 δεκαετίες γεμάτες από στυλιστικά καπρίτσια και επιφανειακές αναφορές και περιττές εκζητήσεις τόσο στην παραγωγή νέας αρχιτεκτονικής όσο και στην προστασία της αρχιτεκτονικής του παρελθόντος, ίσως το νέο περιβάλλον περιορισμένων πόρων που επιβάλλει η κρίση να υποδεικνύει ένα νέο πλαίσιο ουσιαστικών αναγκών που ως ανάγκες, πολλά έχουν να ωφεληθούν κατ αναλογία από την ηθική των παραδοσιακών οικισμών ως έκφραση της ικανοποίησης βασικών αναγκών στο χώρο. Πέρα από ικανοποίηση των νέων περιορισμών, η ανταπόκριση στις ανάγκες είναι αυτή η παράμετρος που προσδίδει νόημα στην αρχιτεκτονική γιατί τη συνδέει ευθέως με ένα πλαίσιο αναφορά ς που είναι έξω από αυτή και την καθορίζει. Μόνο τότε η αρχιτεκτονική έχει νόημα ως φέρουσα κάποιες αξίες που προϋπάρχουν αυτής, αλλιώς αυτοκαταναλώνεται ως εφήμερο προϊόν εναλλακτικών μορφολογικών καπρίτσιων, που μόνο λόγο έχουν να καλύπτουν την σύγχρονη ανία και να προσομοιάζουν περισσότερο με εικονικά περιβάλλοντα παρά με βασικής αναφοράς χώρους ζωής. Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΩΣ ΠΡΟΣ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ / ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΣΕΒΑΣΜΌ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΉ ΕΠΙΚΑΙΡΌΤΗΤΑ/ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ Μέχρι τώρα εν τοπίσαμε την αξία των παραδοσιακών οικισμών στη μοναδικότητά τους, στον ιδιαίτερο τρόπο που έγιναν φορείς αξιών και συνεχίζουν να ανταποκρίνονται σε μεταβαλλόμενες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτισμικές συνθήκες. Αυτή ακριβώς η ικανότητα ανταπόκρισης σε μεταβαλλόμενες συνθήκες υποδεικνύει ότι οι παραδοσιακοί οικισμοί εκτός από τις συγκεκριμένες αξίες, μέσα από τις οποίες δημιουργήθηκαν, απέκτησαν την ικανότητα να φέρουν και αξίες πέρα από την αρχική στόχευση της δημιουργίας τους. Πέρα από τις ιστορικές τους αξίες ως εκφραστές της αρχικής πολιτισμικής πραγματικότητας που τις δημιούργησε και τις σημερινές αξίες τους, που αποτελούν μεθερμηνεία τους στο δικό μας πολιτισμικά καθορισμένο πλαίσιο, παρουσιάζουν και κάποιες αξίες που διεκδικούν αντικειμενικότητα πέρα από τα σχετικά πολιτισμικά περιβάλλοντα στη ροή της ιστορίας, όπου αξιολογούνται με διαφορετικά συστήματα αξιών. Τέτοιες αξίες που διεκδικούν απολυτότητα διαχρονικότητα, παρά την ιστορικότητα και τη σχετικότητα τόσο της γένεσης όσοι και των επανεκτιμήσεών τους, είναι οι καθαυτό φιλοσοφικές αξίες, όπως θα τις ονόμαζα ακολουθώντας τη διαίρεση της φιλοσοφίας από τον Kant. Τέτοιες αξίες είναι οι γνωστικές/γνωσιακές, οι αισθητικές και κυρίως, η μάλλον πρωτίστως γιατί απ αυτές εκπορεύονται οι άλλες δύο, οι ηθικές. Οι γνωστικές αξίες της παράδοσης αφορούν στη γνώση υλικών, μεθόδων δόμησης που είναι ορατά αποτυπωμένη στα οικοδομήματα αλλά και τις δεξιότητες και την τέχνη οικοδόμησης και επίλυσης προβλημάτων που είναι ενσωματωμένη μεν αλλά αόρατη στα ίδια έργα της τέχνης τους.
Οι αισθητικές αξίες της παράδοσης αφορούν στην αισθητική των οικοδομημάτων, ως χωρικών μορφών που εκφράζουν μια πολιτισμική πραγματικότητα εντόπιων αξιών, επιδράσεων αλλά και τάσεων αλλά και το ευρύτερο πλαίσιο αισθητικών αξιών που υπαγορεύει, εκτιμά, επανεκτιμά, ερμηνεύει και αξιολογεί αυτές τις μορφές. Τέλος, οι πιο σημαντικές, οι Ηθικές αξίες της παράδοσης Πρέπει εξ αρχής να διευκρινήσουμε ότι ο χαρακτηρισμός, το κατηγορούμενο, ηθικές για παραδοσιακές αξίες χρησιμοποιείται όχι με τη συνήθη έννοια της έννοιας ηθικό, που χρησιμοποιείται στην εγχώρια και διεθνή σύγχρονη βιβλιογραφία για να διακρίνει το ηθικό από το ανήθικο στο πλαίσιο κάποιου προκαθορισμένου ηθικού νόμου, που με τη σειρά του καθορίστηκε και καθορίζεται από θρησκευτικά δόγματα. Για τις δικές μας ανάγκες εδώ, προτείνω να χρησιμοποιήσουμε την έννοια του ηθικού ως εθικού, της φυσικής συνήθειας στη συμπεριφορά και τις πράξεις μας δηλαδή, με την αρχική έννοια που προσέδωσε στον όρο ο Αριστοτέλης, του ηθικού ως αυτού που εκφράζει στην πράξη τις αξίες μας, του ηθικού ως αποτέλεσμα συμπεριφοράς, του ηθικού που προκύπτει από τη φύση μας και όχι από φόβο απόκλισης από κάποια νομιμότητα, του ηθικού ως ασύνειδης συμπεριφορά, του αγαθού ως στάση ζωής και όχι συμμόρφωση με κάποια νομιμότητα, του ηθικού ως την επιδίωξη και καθημερινή πρακτική του απόλυτου αγαθού. Γιατί θεωρώ τις ηθικές αξίες της παράδοσης ως πιο σημαντικές από τις αισθητικές και γνωστικές? Μα γιατί εκφράζουν με τον πληρέστερο τρόπο, την πληρότητα συμπεριφοράς και απόδοσης των αξιών και όχι απλά επιβεβαίωση. Οι παραδοσιακοί οικισμοί είναι σημαντικοί για μας σήμερα και αποτελούν ζώσα ιστορία και ενεργή πάνω μας παράδοση όχι απλά ως παρακαταθήκη τεχνικών αξιών της πέτρας που θα μπορούσαν να είναι άχρηστες σε μια εποχή που θα πάψαμε να χτίζουμε με πέτρα. Ούτε επειδή είναι όμορφα κατασκευάσματα, ως εικόνες τουριστικές για κατανάλωση στις καλοκαιρινές διακοπές μας. Αποτελούν ζώσες αξίες γιατί είναι μάρτυρες ενός συνολικού τρόπου ζωής που ενσωμάτωνε όλα τα παραπάνω. Δεν μας ενδιαφέρουν επιμέρους διαστάσεις της παράδοσης όσο μας ενδιαφέρει πως αυτές οι διαστάσεις ήταν συνδεδεμένες σε ένα συνολικό τρόπο ζωής αυτό είναι η διαχρονική ηθική διάσταση της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Αυτές οι ηθικές αξίες όχι απλά επαναφέρουν στο προσκήνιο το ήθος του παρελθόντος προσθετικά με το σημερινό αλλά αποτελούν πολύτιμο ανάλογο για την συνολική αναμόρφωση του σημερινού ήθους. Ξανά, όχι ως μνημειακές αξίες που ανάλογα με την πολυτέλεια που έχουμε τις συντηρούμε ή όχι αλλά ως βασικοί δείκτες και οδηγοί που πρέπει να ενσωματωθούν στις σημερινές αξίες που σήμερα φαίνεται να καθορίζονται αποκλειστικά από μια ασαφή έννοια προόδου χωρίς καθορισμένο τέλος, χωρίς ελεγχόμενα μέσα που έχει αφήσει πίσω της τον στοιχειώδη ουμανισμό που υποδεικνύουν οι ανθρώπινες κοινότητες. Αυτή η ηθική βάση της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής αποτελεί αυτό που αποκαλώ, το λόγο της παράδοσης, όχι ως λογική ή σκεπτικό δικαιολόγησης αλλά ως τη βαθειά αναγκαιότητα της παράδοσης, το λόγο ύπαρξής της ως λόγον είναι, για μια οντότητα και στον λόγον διδόναι, ως οντότητα που απαντά και ανταποκρίνεται στις σημερινές ανάγκες υλικές, νοηματικές, βιωματικές.
1414 H XΩΡΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΞΙΩΝ Με την ίδια λογική της έμφασης στον ηθικό τρόπο σύνθεσης των αξιών, που παρουσιάζει έμπρακτα και ενσώματα κάθε παραδοσιακός οικισμός, και όχι σε μεμονωμένες αξίες, πρέπει να δούμε την παραδοσιακή αρχιτεκτονική συνολικά, όχι ως ένα μέρος της παράδοσης, αλλά ως χωρική αγκύρωση, σύμπτυξη και τελική αποδεδειγμένη σύνθεση όλων των παραδοσιακών αξιών. Εισηγούμαι λοιπόν ότι, παρόλο που συνήθως διακρίνουμε πολιτισμικές αξίες που έχουν υλική υπόσταση ( τα κτίσματα, οι διαμορφώσεις, τα γεφύρια, οι δρόμοι, τα ξωκλήσια, οι πεζούλες, οι καλλιέργειες) και άυλες πολιτισμικές αξίες όπως μουσικές, πανηγύρια, θρύλους, ότι όλες οι πολιτισμικές αξίες, υλικές κα άυλες έχουν χωρική υπόσταση και χωρική αναφορά, χωρική αγκύρωση και τελικά χωρικό νόημα. Πιο συγκεκριμένα οι παραδοσιακές αξίες μπορούν να κατηγοριοποιηθούν ως: 1. Απτές, υλικές, χειροπιαστές (tangible) αξίες ενσωματωμένες σε υλική υπόσταση, που τεκμηριώνονται στο υλικό σώμα του μνημείου (είδος πέτρας, τεχνική, αναφορές μορφών) 2. Μη απτές, άυλες, αλλά με υλικό φορέα (intangible οut of tangible) αξίες που έχουν ως φορέα τους υλικά κατάλοιπα κτήρια, δημόσιους χώρους ( ιστορικά γεγονότα που συνδέονται με τόπους αλλά δεν μαρτυρούνται από τους τόπους καθαυτούς 3. Μη απτές, άυλες αξίες που δεν έχουν ως φορέα τους υλικά κατάλοιπα (intangible but related to topos / related, anchored, floating), αλλά όμως έχουν χωρική αναφορά και τοπική διασύνδεση ακόμα και με τόπους χωρίς ακριβώς καθορισμένα όρια, όπως Θρύλοι, τραγούδια, παραμύθια, τοπικές ιστορίες συνδέονται με τόπους. Ο τόπος στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι εν τοπισμός, αλλά τόπος ως ευρύτερη περιοχή χωρίς συγκεκριμένο εν τοπισμό ορίων. Με αυτήν την έννοια ο χτισμένος χώρος δεν αποτελεί απλά ένα σύνολο υλικών μαρτυριών αλλά αποτελεί ταυτόχρονα τόπο, με καθορισμένα ή και μη καθορισμένα όρια, αγκύρωσης πολιτισμικών αξιών. Οι μη απτές αξίες είναι εξίσου αυθεντικές και πολύτιμες με τις απτές και απαιτούν ως ζωτικό χώρο έκφρασής τους ένα συγκεκριμένο τόπο. Επειδή ήδη αναφερθήκαμε στην σχολή των Annales, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ένα στιγμιότυπο από την σχέση του Fernand Braudel με τον Lucien Febvre. Όταν ο Braudel ζήτησε τη γνώμη του Febvre για τη διδακτορική διατριβή του με θέμα Ο Φίλιππος ο Β και η Μεσόγειος, ο Febvre αντέδρασε και του έγραψε: Ο Φίλιππος ο Β και η Μεσόγειος, καλό θέμα. Αλλά γιατί όχι Η Μεσόγειος και ο Φίλιππος οφ Β ; Ένα πολύ μεγαλύτερο θέμα. Γιατί ανάμεσα σε αυτούς του δύο πρωταγωνιστές, τον Φίλιππο και τη Μεσόγειο, ο διαχωρισμός δεν είναι ισότιμος. (http://www.age of the sage.org/history/historian/fernand_braudel.html) Ο ίδιος δε ο Braudel, στο έργο του αναφέρει: Οι απαρχές της Λίγκας, η ναυμαχία της Ναυπάκτου, η νύκτα του Αγίου Βαρθολομαίου, πόλεμοι, διπλωματικές πράξεις, αποφάσεις, όλα αυτά τα γεγονότα που οι άνθρωποι του 16ου αιώνα τα θεωρούν σημαντικά και τα περιγράφουν, ή τα χρησιμοποιούν ως σημεία αναφοράς, συμβάλλουν στην καταγραφή της ιστορίας των ανθρώπων που συνδέονται αδιάρρηκτα με έναν τόπο, την υδάτινη λεκάνη της Μεσογείου, την εποχή του Φιλίππου Β της Ισπανίας.
ΤΟΠΙΚΟΤΗΤΑ/ΤΟΠΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ: από τους ειδικούς τόπους στον κοινό τόπο Τελειώνοντας, ως προς τον διαθέσιμο χρόνο που έχω αλλά και τελεολογικά, φτάνοντας δηλαδή στο στόχο αυτής της παρουσίασης, στο ευρύτερο πλαίσιο των στόχων μας ως ένωση πολιτών, ας δούμε για λίγο τις διαστάσεις της έννοιας τόπος, που σας υποσχέθηκα στην αρχή της ομιλίας μου διευκρινίζοντας την ευρύτητα που επικαλούμαι του όρου τοπικός στον τίτλο της. Ο πρώτος, προφανής και κυριολεκτικός ορισμός του τόπου γίνεται κατ αντιδιαστολή με την έννοια χώρος. Ο χώρος είναι έννοια της φυσικής, όχι της αρχιτεκτονικής, ούτε καν της γεωγραφίας. Είναι αφαιρετική έννοια, ομοιογενής επ άπειρον εκτατή και έχει κατασκευαστεί, ως έννοια, ώστε να είναι αντικειμενική ως χωρικό πλαίσιο συντεταγμένων. Είναι ο χώρος του Γαλιλαίου, ο χώρος του Descartes, ο χώρος του Χ, Ψ, Ζ, των μαθηματικών. Ο τόπος, αντίθετα, αποτελεί την πραγματική, ανομοιογενή, διαφορικά φορτισμένη από το χρόνο πολιτισμική χωρική οντότητα. Χρωστάμε πολλά γι αυτή τη διευκρίνιση στους γεωγράφους σαν τον Υi Fu Tuan, Edward Relph αλλά και στον φιλόσοφο Edward Casey. Ο τόπος, ως έννοια, εκφράζει την πολιτισμική αγκύρωση του χώρου, του χώρου ως χώρου ζωής και πολιτισμικής δράσης και παραγωγής. Ο τόπος με τη σειρά του αποτελεί συμπύκνωμα της πολιτισμικής ζωής σε σημείο που όλες οι πολιτισμικές διαστάσεις να θεωρούνται, υποχρεωτικά, εν τόπω και μόνον. Eγώ όμως θέλω σήμερα να εξερευνήσω ένα ευρύτερο και περιεκτικότερο πλαίσιο για την έννοια του τόπου, όχι ως χωρικότητα εμπλουτισμένη με πολιτισμικές αξίες, αλλά τη τοπικότητα ως ευρύτερη πραγματική συνθήκη του νοήματος γενικότερα και γι αυτό θα πάω με σύγχρονα μάτια πίσω πάλι στον Αριστοτέλη και θα μιλήσω και για τους τόπους, του ίδιους τόπους και κυρίως τους κοινούς τόπους, που πραγματεύεται ο Αριστοτέλης στα τρία βιβλία της Ρητορικής του. Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί βέβαια την έννοια τόπος με την κυριολεκτική της σημασία στα έργα του Φυσικά και Τοπικά. Με βάση αυτή την κυριολεκτική όμως χρήση, κάνει μια εκτενέστερη χρήση του όρου τόπος στη Ρητορική, όπου χρησιμοποιεί την έννοια του τόπου, των διαφορετικών τόπων, μεταφορικά, ως τις κατάλληλες και μοναδικές περιοχές, όπου προσφεύγει ένας ρήτορας, ώστε να αντλήσει τα κατάλληλα επιχειρήματα και την κατάλληλη θεμελίωση για το θέμα που πραγματεύεται. Αποκαλεί ειδικούς τόπους, τις προκείμενες προτάσεις που προσιδιάζουν σε κάθε επιμέρους επιστημονικό κλάδο και κοινούς τόπους τις προκείμενες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε κάθε περίπτωση και είναι αποτελεσματικοί σε οποιοδήποτε ακροατήριο του ρήτορα. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, στους τόπους αυτούς ο ρήτορας πηγαίνει νοερά και ανακαλύπτει ενθυμήματα που μπορεί να διαφωτίσουν ένα ζήτημα λόγω της καίριας ομοιότητάς του με αυτά.
Από αυτήν την προσέγγιση και αποτελεσματική χρήση του όρου τόπος από τον Αριστοτέλη, εμάς εδώ σήμερα μας αφορά η κατ αναλογία διευρυμένη θεώρηση του τόπου ως δυναμικού πεδίου, ως διεύρυνση των εν δυνάμει αξιών ενός παραδοσιακού οικισμού ειδικότερα, που εμπλουτίζει το νόημα ενός τόπου με τις πιο κάτω διαστάσεις. 1. Τόπος ως νοηματική πύκνωση και συγκέντρωση σε ένα θέμα (topic) Στη γεωμετρία, που αποτέλεσε πρότυπο λογικής, μαθηματικών και παραγωγικού συλλογισμού, ο τόπος είναι χαρακτηρισμός συγκεκριμένων ιδιοτήτων και ποιοτήτων, π.χ.. ο κύκλος είναι ο γεωμετρικός τόπος των σημείων που ισαπέχουν από δοσμένο σταθερό σημείο. 2. Τόπος ως επίκαιρη αναφορά σε θέμα που αφορά το σήμερα (topicality). 3. Τόπος ως κοινός τόπος, όταν είναι γενικής εγνωσμένης αξίας. Λογική ή μάλλον ορθολογική συγκέντρωση ( κοινός τόπος) commonplace αλλά και common sense. 4. Τόπος ως ειδικός τόπος, για κάθε διαφορετική επιστήμη και γνωστική περιοχή. Αυτές οι ποικίλες νοηματικές αποχρώσεις της έννοιας τόπος, παραπέμπουν στη σημερινή ανάγκη μιας διεπιστημονικής θεώρησης των επιμέρους ειδικών τόπων, όχι μόνο από την επιστημονική περιοχή της αρχιτεκτονικής αλλά και από αυτήν της ιστορίας, της εθνολογίας, της λαογραφίας, της ανθρωπολογίας, της φιλοσοφίας, ακόμα και από την πλευρά της νομικής επιστήμης και της ιατρικής. Προς την κατεύθυνση της διεπιστημονικής σύγκλισης για την έννοια του τόπου έχω ήδη κάνει αρκετές αναφορές μέχρι τώρα, έμμεσα ή άμεσα και σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό. Θα ήθελα να συμπληρώσει κάτι ακόμα για τις διαστάσεις της έννοιας του τόπου στις νομικές επιστήμες και στις επιστήμες της υγείας. Για τις Νομικές διαστάσεις, αρκεί να πω ότι το νομικό πλαίσιο παραγωγής του παραδοσιακού χώρου δεν στηριζόταν σε γενική νομοθεσία, ένα Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό, που εφαρμόζεται αδιακρίτως στο τόσο ποικιλόμορφο οικιστικά και αρχιτεκτονικά ελλαδικό χώρο, αλλά σε ένα ευαίσθητο και ευέλικτο ρυθμιστικό πλαίσιο που αποδίδεται καλύτερα με τον γενικό τίτλο Γειτονικό Δίκαιο, η καταγωγή του οποίου βρίσκεται στην εξάβιβλο του Αρμενόπουλου και πιο πίσω μέχρι στις Νεαρές, τα νομοθετήματα του Ιουστινιανού. Είναι σημαντικό να συγκρατήσουμε ότι το νομικό πλαίσιο δημιουργίας και ανάπτυξης των παραδοσιακών οικισμών βασίστηκε σε Βυζαντινούς κώδικες όρων και περιορισμών. Η αρχιτεκτονική και οικιστική φυσιογνωμία των παραδοσιακών οικισμών δημιουργήθηκε μέσα από ένα συνεχή διάλογο και διαρκείς αλληλεπιδράσεις των τοπικών κοινωνιών. Νομοθετικές πράξεις για δουλείες διέλευσης, οικοπεδική κατανομή, δουλείες θέας, χωρική κατανομή, και ογκοπλαστική διάρθρωση καθόριζαν το θαυμαστό αλλά και σοφό περιβάλλον που βιώνουμε σήμερα στους παραδοσιακούς οικισμούς και που δικαίως πολλές φορές παρομοιάζουμε με οργανικό, σαν να το δημιούργησαν φυσικές διαδικασίες με φυσική νομοτέλεια και όχι ανθρώπινες επιλογές μέσα σε συγκεκριμένα πολιτισμικά πλαίσια.
Για τις Ιατρικές διαστάσεις του τόπου την πρώτη σημαντική αναφορά την βρίσκουμε στον Ιπποκράτη. Όσο και αν μας φαίνεται περίεργο σήμερα, ήδη ο Ιπποκράτης είχε συνδέσει στην πραγματεία του την εκδήλωση συγκεκριμένων ασθενειών με συγκεκριμένους τόπους, ως προς τη θέση τους το χώρο, τη γειτνίαση με βουνά, ποτάμια ή τη θάλασσα καθώς και το τοπικό κλίμα, τους επικρατούντες ανέμους, την ηλιοφάνεια και την υγρασία της ατμόσφαιρας. Η φράση περί ανέμων κα υδάτων που χρησιμοποιούμε σήμερα απαξιωτικά για να χαρακτηρίσουμε αοριστολογίες και ανεδαφικές ιδέες και προτάσεις, δεν θα μπορούσε να είναι πιο μακριά νοηματικά από την ιστορική αλήθεια καταγωγής της φράσης από τον τίτλο της Ιπποκρατικής πραγματείας Περί Ανέμων, Υδάτων και Τόπων, που αποτελεί κατ ουσία την πρώτη πραγματεία που διερευνά την υγεία σε σχέση των κατοίκων με τον τόπο κατοικίας και ζωής τους. με τον τόπο κατοίκησης. Το Ιπποκρατικό αυτό έργο δεν είναι πολύ γνωστό, δυστυχώς. Αντίθετα, είναι γνωστό το ομόθεμο έργο της Κινεζικής γραμματείας feng sui, που σημαίνει αέρας/νερό, και πραγματεύεται, τη σχέση των στοιχείων για την αρμονία ενός τόπου. Στόχος αυτής της διεπιστημονικής θεώρησης είναι να επιχειρηθεί η σύγκλιση σε κοινούς τόπους και ακόμα πιο φιλόδοξος στόχος είναι αυτοί οι κοινοί τόποι να μην είναι νοητικά κατασκευάσματα, αλλά πραγματικοί τόποι, οι τόποι των παραδοσιακών οικισμών. Το πιο σημαντικό δηλαδή, από αυτή τη σταχυολόγηση σημασιών, είναι η υπόθεση εργασίας ότι όλοι οι παραπάνω τόποι, ειδικοί και γενικοί, όλες αυτές οι διαφορετικές σημασίες της έννοιας τόπος, επιστρέφουν στην αρχική και πιο κοινή έννοια του τόπου, την κυριολεκτική, αυτή του πραγματικού τόπου ως βιωμένη, πολιτισμικά φορτισμένη χωρική οντότητα. Ίσως σε αυτή την θεμελιακή πραγματικότητα να αναφερόμαστε όταν για κάθε πραγματική σημασία και αξία λέμε ότι πιάνουν τόπο, ενώ για τις επιφανειακές και ανούσιες διατηρούμε το χαρακτηρισμό άτοπες. Ο τόπος, ως δηλωτικός μιας βαθειά πραγματικότητας, μιάς ζώσας ιστορίας ή ενός ζωντανού χαρακτήρα εν δράσει, αποτελεί πρότυπο οποιασδήποτε θεωρητικής και πρακτικής θεώρησης γιατί αποτελεί καταστάλαγμα εμπειριών, γνώσης και βιωμάτων και έτσι αφορούν θεμελιακή την συνθήκη της ανθρώπινης κατοίκησης, του χώρου, των εννοιών και του πολιτισμικού νοήματος γενικότερα. Άλλωστε, δεν είναι τυχαία, η θέση των τόπων ως προκείμενων θεμελίων για την τέχνη της ρητορικής, όπως δεν είναι τυχαία και η χρήση συγκεκριμένων τόπων στην αρχαία τέχνη της μνημονικής ήδη από την εποχή ήδη του Σιμωνίδη του Κείου. Οι παραδοσιακοί οικισμοί δεν αποτελούν επαναλαμβανόμενες εφαρμογές κάποιων θεωρητικών αρχών οικιστικής και αρχιτεκτονικής, οπότε αν αντλήσουμε τις αρχές που τις χαρακτηρίζουν μπορούμε να τις ενσωματώσουμε σε νέες προτάσεις χωρίς να απαιτείται η διατήρηση των παραδοσιακών οικισμών. Όμως, η παραδοσιακή τέχνη του χτίζειν δεν μπορεί να κωδικοποιηθεί και κυρίως δεν μπορεί να αποσπασθεί από τα παραδείγματα που την εκφράζουν. Η τέχνη των παραδοσιακών οικισμών είναι ενσώματη γνώση, έμπρακτες και εμπράγματες αξίες που συνεκφέρονται με τα δημιουργήματα της παράδοσης και που αποτελούν παραδείγματα για κατ αναλογία δημιουργική μίμηση και όχι υποδείγματα για αντιγραφή, ούτε στη βάση αρχών αλλά ούτε και στη βάση μορφών του παρελθόντος.
Για τους παραδοσιακούς οικισμούς, ο Σεφέρης θα έλεγε έχουν τη φυλή τους κι εμείς μετά απ αυτόν μπορούμε να μιλάμε για ποιητικές αξίες της παράδοσης, αξίες που δεν περιμένουν να διατυπωθούν ως αρχές ή να αποθησαυριστούν ως μορφές και ούτε βέβαια να μουσειοποιηθούν ως κατασκευές. Παραμένουν ποιητικές, δηλαδή δρούν, αλληλεπιδρούν, ως ενεργές και δρώσες οντότητες που επιτελούν πράξεις και αφήνουν πίσω τους ως αποτέλεσμα της ενεργής επίδρασης/ πράξης τους, νέα δημιουργήματα για τα χρόνια που έπονται, αυτά που ποιητικά αποκαλούμε, μετά τον Σεφέρη, άνθη της πέτρας. Συνεπώς, για ζώσες οντότητες που ανθοφορούν, όπως είναι οι παραδοσιακοί οικισμοί δεν χρειάζεται προστασία και μουμιοποίηση αλλά συνεχή φροντίδα, αυτών και του τόπου τους με τη στενότερη αλλά και την ευρύτερη έννοια, του τόπου τους ως του ζωτικού τους χώρου. Μιάς και έχει, νομίζω, γίνει φανερό από πολλές πτυχές, ότι οι παραδοσιακοί οικισμοί αποτελούν πολύτιμες παρακαταθήκες αξιών, που είναι ενεργές, δρώσες, ζώσες και ποιητικές ακόμα και σήμερα. Οπότε, με την προστασία τους δεν τιμάμε κάτι παγιωμένο και αποστεωμένο στο παρελθόν αλλά μάλλον φροντίζουμε κάτι που βρίσκεται σε εξέλιξη. Μίλησα για τα άνθη της πέτρας, από το σκοπιά του άνθους που στοχάζεται για την πέτρα που το γέννησε, με τη συλλογική και την προσωπική του ταυτότητα. Πήρα ως αρχική αφορμή τη μεταφορική έκφραση άνθη της πέτρας που χρησιμοποίησε ο Σεφέρης για να μιλήσει για τα πέτρινα χτίσματα και τους παραδοσιακούς οικισμούς και έκανα μια δεύτερη χρήση της ίδιας ποιητικής του άδειας για να μιλήσω ακόμα πιο μεταφορικά, για τη δική μας υπόσταση ως περαιτέρω γεννήματα αυτών των παραδοσιακών πέτρινων χτισμάτων και οικισμών, που καθόρισαν και αγκύρωσαν τη ζωή μας σε ένα πολιτιστικό πλαίσιο με νοηματική πληρότητα. Δις μεταφορική λοιπόν, εδώ σήμερα η χρήση των ανθέων της πέτρας, ως διπλή ανθοφορία από την πέτρα στα κτίσματα και από τα κτίσματα σε μας να μοιραζόμαστε με το χώρο ζωής μας, τους τόπους μας, τις παραδοσιακές αξίες που μας καθορίζουν, ως νέα άνθη αυτών των τόπων. Δις μεταφορική πραγματικότητα για τους σημερινούς τόπους των παραδοσιακών οικισμών ή μήπως κυριολεκτική, πραγματική, ζώσα και ποιητική πραγματικότητα των τόπων, πιο βαθιά από την επιφαινόμενη ;
14 Ιουνίου 2014.
About the Author
Βασίλης Γκανιάτσας
Αρχιτέκτων, Καθηγητής Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, Συντονιστής του Επιστημονικού Συμβουλίου των Ανθέων